ἀναγγέλλομεν

ἀναγγέλλομεν
ἀνᾱγγέλλομεν , ἀναγγέλλω
carry back tidings of
aor ind act 1st pl (doric aeolic)
ἀνᾱγγέλλομεν , ἀναγγέλλω
carry back tidings of
imperf ind act 1st pl (doric aeolic)
ἀναγγέλλω
carry back tidings of
pres ind act 1st pl
ἀναγγέλλω
carry back tidings of
aor ind act 1st pl (homeric ionic)
ἀναγγέλλω
carry back tidings of
imperf ind act 1st pl (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • επαγγελία — η (Α ἐπαγγελία) [επαγγέλλομαι] 1. υπόσχεση, διαβεβαίωση 2. φρ. «γη τής επαγγελίας» η Χαναάν, η χώρα που υποσχέθηκε ο θεός στους Εβραίους («πίστει παρῴκησεν εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν», ΚΔ) νεοελλ. φρ. α) «δημόσια επαγγελία» δημόσια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”